Ο θηλασμός είναι μια διαδικασία που ακολουθεί τη γέννηση ενός παιδιού και αποτελεί τη φυσική συνέχεια της ενδομήτριας σίτισης του εμβρύου μέσω του πλακούντα. Η διαδικασία αυτή βοηθά στη δημιουργία οικειότητας και σύνδεσης μεταξύ μητέρας και νεογνού. Ο δεσμός που δημιουργείται κατά τη διάρκεια αυτής της επαφής μπορεί να προσφέρει ευεργετικές ψυχολογικές επιπτώσεις τόσο στη μητέρα, όσο και στο παιδί, όπως η μείωση του στρες και η αύξηση των συναισθημάτων ηρεμίας.
Για παράδειγμα, όταν τα μωρά θηλάζουν, έχουν: –Ισχυρότερο ανοσοποιητικό σύστημα –Λιγότερα προβλήματα από το πεπτικό σύστημα (πχ διάρροιες, δυσκοιλιότητα, κλπ.), και μικρότερη πιθανότητα γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, –Σε περίπτωση πρόωρων νεογνών μικρότερη πιθανότητα νεκρωτικής εντεροκολίτιδας, –Λιγότερα κρυολογήματα και παθήσεις του αναπνευστικού όπως πνευμονία, κοκίτης ή/και άλλες λοιμώξεις, κυρίως ιογενείς, του αναπνευστικού, –Λιγότερες λοιμώξεις του μέσου αυτιού (ωτίτιδες), οι οποίες δυνητικά θα μπορούσαν να επηρεάσουν και την ακοή, –Λιγότερες περιπτώσεις βακτηριακής μηνιγγίτιδας ή/και σηψαιμίας –Καλύτερη όραση –Χαμηλότερα πιθανότητα συνδρόμου αιφνίδιου θανάτου των βρεφών και –Λιγότερη νοσηρότητα και μικρότερη πιθανότητα νοσηλείας Επιπλέον εκτός από τα πιο πάνω οφέλη, έρευνες δείχνουν ότι ο θηλασμός έχει επίσης βαθιά και διαρκή επίδραση στη σκέψη και την κατανόηση, τη συμπεριφορά και την ψυχική υγεία των παιδιών.